3,273,401
edits
(5) |
(3) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''λῡσιμελής:''' [ῐ], -ές ([[μέλος]]), αυτός που ξεκουράζει τα [[μέλη]] του σώματος, επίθ. του ύπνου κ.λπ., σε Ομήρ. Οδ., Ησίοδ. κ.λπ. | |lsmtext='''λῡσιμελής:''' [ῐ], -ές ([[μέλος]]), αυτός που ξεκουράζει τα [[μέλη]] του σώματος, επίθ. του ύπνου κ.λπ., σε Ομήρ. Οδ., Ησίοδ. κ.λπ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''λῡσῐμελής:''' расслабляющий члены, т. е. обессиливающий ([[ὕπνος]] Hom.; [[θάνατος]] Eur.; [[ἔρως]] [[Sappho]]). | |||
}} | }} |