Anonymous

μαῦλις: Difference between revisions

From LSJ
3
(24)
(3)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=<b>(I)</b><br />μαῡλις, -ιδος και -ιος, ἡ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> [[μαστροπός]], [[προαγωγός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για δάνεια λ., αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], η λ. [[μαῦλις]] (Ι) συνδέεται με ένα αμάρτυρο επίθ. της λυδικής <i>mav</i>-<i>lis</i> <span style="color: red;"><</span> <i>Mavś</i>, όνομα λυδικής θεότητας, της Μεγάλης Μητέρας (<b>[[πρβλ]].</b> <i>Μαύα</i>, <i>Μαύ</i>-<i>εννα</i>, [[Μαύσωλος]]) με [[επίθημα]] -<i>li</i>- δηλωτικό κατοχής, κυριότητας, [[οπότε]] η λ. αρχικά θα σήμαινε «αυτή που ανήκει στη Μεγάλη Μητέρα <i>Mavś</i>», απ' όπου η [[σημασία]] «[[πόρνη]]» (<b>[[πρβλ]].</b> και λ. [[μαῦλις]] [II]). Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], ελάχιστα πιθανή, η λ. [[μαῦλις]] (Ι) (<span style="color: red;"><</span> <i>μασ</i>-<i>υλιδ</i>-) συνδέεται με την [[οικογένεια]] του [[μαίομαι]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[μαστροπός]]) ή με τη λ. [[μήτηρ]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[ματρυλεῖον]])].———————— <b>(II)</b><br />μαῡλις, -ιδος και -ιος, ἡ (Α)<br />[[μαχαίρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. συνδέεται πιθ. με το [[μαῦλις]] (Ι), με την [[προϋπόθεση]] ότι η λυδική [[θεότητα]] (<b>βλ. λ.</b> [[μαῦλις]] [Ι]) προστάτευε τον στρατό με [[μέταλλο]], [[μαχαίρι]]].
|mltxt=<b>(I)</b><br />μαῡλις, -ιδος και -ιος, ἡ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> [[μαστροπός]], [[προαγωγός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για δάνεια λ., αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], η λ. [[μαῦλις]] (Ι) συνδέεται με ένα αμάρτυρο επίθ. της λυδικής <i>mav</i>-<i>lis</i> <span style="color: red;"><</span> <i>Mavś</i>, όνομα λυδικής θεότητας, της Μεγάλης Μητέρας (<b>[[πρβλ]].</b> <i>Μαύα</i>, <i>Μαύ</i>-<i>εννα</i>, [[Μαύσωλος]]) με [[επίθημα]] -<i>li</i>- δηλωτικό κατοχής, κυριότητας, [[οπότε]] η λ. αρχικά θα σήμαινε «αυτή που ανήκει στη Μεγάλη Μητέρα <i>Mavś</i>», απ' όπου η [[σημασία]] «[[πόρνη]]» (<b>[[πρβλ]].</b> και λ. [[μαῦλις]] [II]). Κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], ελάχιστα πιθανή, η λ. [[μαῦλις]] (Ι) (<span style="color: red;"><</span> <i>μασ</i>-<i>υλιδ</i>-) συνδέεται με την [[οικογένεια]] του [[μαίομαι]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[μαστροπός]]) ή με τη λ. [[μήτηρ]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[ματρυλεῖον]])].———————— <b>(II)</b><br />μαῡλις, -ιδος και -ιος, ἡ (Α)<br />[[μαχαίρι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. συνδέεται πιθ. με το [[μαῦλις]] (Ι), με την [[προϋπόθεση]] ότι η λυδική [[θεότητα]] (<b>βλ. λ.</b> [[μαῦλις]] [Ι]) προστάτευε τον στρατό με [[μέταλλο]], [[μαχαίρι]]].
}}
{{elru
|elrutext='''μαῦλις:''' ιος ἡ нож Anth.
}}
}}