Anonymous

μείδημα: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μείδημα:''' -ατος, τό, [[χαμόγελο]], το να χαμογελά [[κάποιος]], σε Ησίοδ.
|lsmtext='''μείδημα:''' -ατος, τό, [[χαμόγελο]], το να χαμογελά [[κάποιος]], σε Ησίοδ.
}}
{{elru
|elrutext='''μείδημα:''' ατος τό улыбка Hes., Anth.
}}
}}