Anonymous

μετεμβαίνω: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μετεμβαίνω:''' επιβιβάζομαι σε [[άλλο]] [[πλοίο]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''μετεμβαίνω:''' επιβιβάζομαι σε [[άλλο]] [[πλοίο]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''μετεμβαίνω:''' переходить, пересаживаться (εἰς [[λῃστρικόν]], εἰς πεντήρη Plut.).
}}
}}