Anonymous

μόνιππος: Difference between revisions

From LSJ
3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μόνιππος:''' -ον, αυτός που χρησιμοποιεί ένα μόνο [[άλογο]], [[ιππέας]], [[καβαλάρης]], σε Ξεν. κ.λπ.
|lsmtext='''μόνιππος:''' -ον, αυτός που χρησιμοποιεί ένα μόνο [[άλογο]], [[ιππέας]], [[καβαλάρης]], σε Ξεν. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''μόνιππος:''' ὁ одиночный, т. е. верховой конь (οἱ μὲν μόνιπποι - οἱ δ᾽ ὑπὸ τοῖς ἅρμασιν Xen.).
}}
}}