3,277,300
edits
(5) |
(3) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''μνησῐπήμων:''' -ον, αυτός που υπενθυμίζει σε κάποιον τις συμφορές του, [[μνησιπήμων]] [[πόνος]], οδυνηρή [[ανάμνηση]] της δυστυχίας, σε Αισχύλ. | |lsmtext='''μνησῐπήμων:''' -ον, αυτός που υπενθυμίζει σε κάποιον τις συμφορές του, [[μνησιπήμων]] [[πόνος]], οδυνηρή [[ανάμνηση]] της δυστυχίας, σε Αισχύλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μνησῐπήμων:''' 2, gen. ονος помнящий беду: μ. [[πόνος]] Aesch. мучительное воспоминание о несчастье. | |||
}} | }} |