3,273,266
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''νεοδᾱμώδης:''' -ες ([[νέος]], [[δᾶμος]] = [[δῆμος]]), σπαρτιατική [[λέξη]], αυτός που έγινε πρόσφατα [[πολίτης]] της Σπάρτης, σε Θουκ.· οι είλωτες ονομάζονταν <i>Νεοδαμώδεις</i> όταν απελευθερώνονταν για τις υπηρεσίες τους στον πόλεμο και πιθ. αποκτούσαν και ορισμένα [[πολιτικά]] δικαιώματα, σε Ξεν. | |lsmtext='''νεοδᾱμώδης:''' -ες ([[νέος]], [[δᾶμος]] = [[δῆμος]]), σπαρτιατική [[λέξη]], αυτός που έγινε πρόσφατα [[πολίτης]] της Σπάρτης, σε Θουκ.· οι είλωτες ονομάζονταν <i>Νεοδαμώδεις</i> όταν απελευθερώνονταν για τις υπηρεσίες τους στον πόλεμο και πιθ. αποκτούσαν και ορισμένα [[πολιτικά]] δικαιώματα, σε Ξεν. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''νεοδᾱμώδης:''' [[δᾶμος]] дор. = [[δῆμος]] только что принятый в число граждан Спарты, т. е. вольноотпущенный Plut.: δύναται τὸ νεοδαμῶδες [[ἐλεύθερον]] [[ἤδη]] εἶναι Thuc. (у лакедемонян) принятие в число граждан означает уже свободное состояние. | |||
}} | }} |