Anonymous

νειόθι: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νειόθῐ:''' ([[νέος]]), Ιων. αντί <i>νεόθι</i>, επίρρ., στο [[βάθος]], κατά [[βάθος]]· [[δάκε]] [[νειόθι]] θυμόν, τον κέντρισε στο [[βάθος]] της καρδιάς του, σε Ησίοδ.· με γεν., [[νειόθι]] λίμνης, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''νειόθῐ:''' ([[νέος]]), Ιων. αντί <i>νεόθι</i>, επίρρ., στο [[βάθος]], κατά [[βάθος]]· [[δάκε]] [[νειόθι]] θυμόν, τον κέντρισε στο [[βάθος]] της καρδιάς του, σε Ησίοδ.· με γεν., [[νειόθι]] λίμνης, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''νειόθῐ:''' <b class="num">I</b> adv. до глубины: ν. θυμόν Hes. до глубины души.<br /><b class="num">II</b> praep. [[cum]] gen. в глубине (λίμνης Hom.).
}}
}}