Anonymous

νοτερός: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νοτερός:''' -ά, -όν ([[νότος]]), [[υγρός]], [[γεμάτος]] από [[υγρασία]], νοτισμένος, σε Ευρ.· χειμὼν [[νοτερός]], [[καταιγίδα]], [[θύελλα]] με [[βροχή]], σε Θουκ.
|lsmtext='''νοτερός:''' -ά, -όν ([[νότος]]), [[υγρός]], [[γεμάτος]] από [[υγρασία]], νοτισμένος, σε Ευρ.· χειμὼν [[νοτερός]], [[καταιγίδα]], [[θύελλα]] με [[βροχή]], σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''νοτερός:''' <b class="num">1)</b> влажный, мокрый (πέπλων [[πτύξ]], βλέφαρα Eur.);<br /><b class="num">2)</b> текучий, прозрачный ([[ὕδωρ]] Eur.);<br /><b class="num">3)</b> дождливый, с ливнями ([[χειμών]] Thuc.).
}}
}}