Anonymous

Ὀλυμπιακός: Difference between revisions

From LSJ
m
LSJ1 replacement
(3b)
m (LSJ1 replacement)
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 7: Line 7:
|Transliteration B=Olympiakos
|Transliteration B=Olympiakos
|Transliteration C=Olympiakos
|Transliteration C=Olympiakos
|Beta Code=*)olumpiako/s
|Beta Code=*)olumpiako/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">Olympian</b>, ὄρος <span class="bibl">X.<span class="title">HG</span>7.4.14</span> ; <b class="b3">ἔτος</b> ib.<span class="bibl">28</span> ; ἐκεχειρία <span class="bibl">Arist.<span class="title">Fr.</span>533</span> ; νῖκαι <span class="bibl">Jul.<span class="title">Or.</span>2.83b</span>.</span>
|Definition=Ὀλυμπιακή, Ὀλυμπιακόν, [[Olympian]], ὄρος X.''HG''7.4.14; [[ἔτος]] ib.28; ἐκεχειρία Arist.''Fr.''533; νῖκαι Jul.''Or.''2.83b.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><i>c.</i> [[Ὀλυμπικός]].<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλύμπια]].
}}
{{elru
|elrutext='''Ὀλυμπιακός:''' Thuc., Xen. = [[Ὀλυμπικός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Ὀλυμπιακός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὰ [[Ὀλύμπια]], ἀγὼν Θουκ. 1. 6· [[ἐκεχειρία]] Ἀριστ. Ἀποσπ. 490· ὁ ἀνήκων εἰς τὴν Ὀλυμπίαν, ἐκράτουν τοῦ Ὀλυμπιακοῦ ὄρους (δηλ. τοῦ Κρονίου) Ξεν. Ἑλλ. 7. 4, 14.
|lstext='''Ὀλυμπιακός''': -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς τὰ [[Ὀλύμπια]], ἀγὼν Θουκ. 1. 6· [[ἐκεχειρία]] Ἀριστ. Ἀποσπ. 490· ὁ ἀνήκων εἰς τὴν Ὀλυμπίαν, ἐκράτουν τοῦ Ὀλυμπιακοῦ ὄρους (δηλ. τοῦ Κρονίου) Ξεν. Ἑλλ. 7. 4, 14.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br /><i>c.</i> [[Ὀλυμπικός]].<br />'''Étymologie:''' [[Ὀλύμπια]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Ὀλυμπιακός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Ολυμπιακούς Αγώνες, σε Θουκ., Ξεν.
|lsmtext='''Ὀλυμπιακός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Ολυμπιακούς Αγώνες, σε Θουκ., Ξεν.
}}
}}
{{elru
{{mdlsj
|elrutext='''Ὀλυμπιακός:''' Thuc., Xen. = [[Ὀλυμπικός]].
|mdlsjtxt=[[Ὀλυμπιακός]], ή, όν<br />Olympian, Thuc., Xen.
}}
{{WoodhouseReversedUncategorized
|woodrun=[[Olympic]]
}}
}}