3,271,364
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''οἰοχίτων:''' [χῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει μόνο έναν χιτώνα, ντυμένος [[ελαφρά]], σε Ομήρ. Οδ. | |lsmtext='''οἰοχίτων:''' [χῐ], -ωνος, ὁ, ἡ, αυτός που φοράει μόνο έναν χιτώνα, ντυμένος [[ελαφρά]], σε Ομήρ. Οδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''οἰοχίτων:''' ωνος adj. одетый только в хитон Hom. | |||
}} | }} |