Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ὁμότονος: Difference between revisions

From LSJ
3b
(28)
(3b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ὁμότονος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει τον ίδιο τόνο, την [[ίδια]] [[ένταση]], ίση [[δύναμη]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει τον ίδιο μουσικό τόνο<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> αυτός που έχει τον ίδιο τονισμό<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για πυρετό, [[φλεγμονή]] <b>κ.λπ.</b>) αυτός που δεν παρουσιάζει διακυμάνσεις ή αυξομειώσεις<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει την [[ίδια]] μυϊκή [[δύναμη]] σε όλους τους μυς<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[ομοιόμορφος]], όμοιος, [[ομαλός]], [[ίσος]], [[στρωτός]]<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ όμότονον</i><br /><b>μουσ.</b> [[μέτριος]] [[τόνος]], [[ανάμεσα]] στον [[βαρύ]] και τον οξύ. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ομοτόνως</i> (Α ὁμοτόνως)<br /><b>1.</b> με την [[ίδια]] [[ένταση]], με την [[ίδια]] [[δύναμη]] («ὁμοτόνως ὑπὸ τῶν ζευγῶν ἕλκεσθαι», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> με τον ίδιο τονισμό<br /><b>3.</b> όμοια, ομοιόμορφα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>τονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόνος]]), <b>πρβλ.</b> <i>ισό</i>-<i>τονος</i>].
|mltxt=-η, -ο (Α [[ὁμότονος]], -ον)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει τον ίδιο τόνο, την [[ίδια]] [[ένταση]], ίση [[δύναμη]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει τον ίδιο μουσικό τόνο<br /><b>3.</b> <b>γραμμ.</b> αυτός που έχει τον ίδιο τονισμό<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για πυρετό, [[φλεγμονή]] <b>κ.λπ.</b>) αυτός που δεν παρουσιάζει διακυμάνσεις ή αυξομειώσεις<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που έχει την [[ίδια]] μυϊκή [[δύναμη]] σε όλους τους μυς<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[ομοιόμορφος]], όμοιος, [[ομαλός]], [[ίσος]], [[στρωτός]]<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ όμότονον</i><br /><b>μουσ.</b> [[μέτριος]] [[τόνος]], [[ανάμεσα]] στον [[βαρύ]] και τον οξύ. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ομοτόνως</i> (Α ὁμοτόνως)<br /><b>1.</b> με την [[ίδια]] [[ένταση]], με την [[ίδια]] [[δύναμη]] («ὁμοτόνως ὑπὸ τῶν ζευγῶν ἕλκεσθαι», <b>Γαλ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>γραμμ.</b> με τον ίδιο τονισμό<br /><b>3.</b> όμοια, ομοιόμορφα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>τονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[τόνος]]), <b>πρβλ.</b> <i>ισό</i>-<i>τονος</i>].
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμότονος:''' звучащий ровно, т. е. среднего напряжения: βαρὺ καὶ ὀξὺ καὶ ὁμότονον Plat. (звучание) низкое, высокое и среднее.
}}
}}