Anonymous

ὀνεία: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 13: Line 13:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀνεία:''' (ενν. [[δορά]]), ἡ, [[δέρμα]], [[τομάρι]] γαιδάρου, θηλ. του [[ὄνειος]], σε Βάβρ.
|lsmtext='''ὀνεία:''' (ενν. [[δορά]]), ἡ, [[δέρμα]], [[τομάρι]] γαιδάρου, θηλ. του [[ὄνειος]], σε Βάβρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὀνεία:''' ἡ (sc. [[δορά]]) ослиная шкура или кожа Babr.
}}
}}