Anonymous

ὁμαδέω: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁμᾰδέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, κάνω θόρυβο ή [[προκαλώ]] [[ταραχή]], λέγεται για [[πλήθος]] ανθρώπων που μιλούν ταυτοχρόνως, σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ὁμᾰδέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, κάνω θόρυβο ή [[προκαλώ]] [[ταραχή]], λέγεται για [[πλήθος]] ανθρώπων που μιλούν ταυτοχρόνως, σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμᾰδέω:''' галдеть, шуметь Hom.
}}
}}