Anonymous

ὄρος: Difference between revisions

From LSJ
134 bytes added ,  1 January 2019
3b
(5)
(3b)
Line 33: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὄρος:''' Ιων. [[οὖρος]], -εος, τό, γεν. πληθ. <i>ὀρέων</i>, [[ὀρῶν]], [[βουνό]], [[λόφος]], σε Όμηρ. κ.λπ.· πληθ. [[οὔρεα]], στον ίδ.
|lsmtext='''ὄρος:''' Ιων. [[οὖρος]], -εος, τό, γεν. πληθ. <i>ὀρέων</i>, [[ὀρῶν]], [[βουνό]], [[λόφος]], σε Όμηρ. κ.λπ.· πληθ. [[οὔρεα]], στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὄρος:''' ион. [[οὖρος]], εος τό гора, возвышенность Hom., Xen., Plat. etc.
}}
}}