Anonymous

παγκρατιαστικός: Difference between revisions

From LSJ
3b
(nl)
(3b)
Line 27: Line 27:
{{elnl
{{elnl
|elnltext=παγκρατιαστικός -ή -όν [παγκρατιάζω] van het pankration; bedreven in het pankration.
|elnltext=παγκρατιαστικός -ή -όν [παγκρατιάζω] van het pankration; bedreven in het pankration.
}}
{{elru
|elrutext='''παγκρᾰτιαστικός:''' <b class="num">I</b> 3 относящийся к всеборью ([[τέχνη]] Plat.).<br /><b class="num">II</b> ὁ панкратиаст (ὁ δυνάμενος θλίβειν καὶ κατέχειν [[παλαιστικός]] (sc. ἐστιν), ὁ δὲ ὦσαι τᾖ πληγῇ - [[πυκτικός]], ὁ δ᾽ ἀμφοτέροις τούτοις - π. Arst.).
}}
}}