Anonymous

ὀψία: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὀψία:''' Ιων. -ίη (ενν. [[ὥρα]]), το ύστερο [[τμήμα]] της ημέρας, το [[απόγευμα]], σε αντίθ. προς το [[ὄρθρος]], που [[συχνά]] επίσης συνάπτεται με το [[δείλη]]· [[δείλη]] ἦν ὀψίη, σε Ηρόδ.· <i>περὶ δείλην ὀψίαν</i>, σε Θουκ.· <i>δείλης ὀψίας</i>, [[αργά]] το [[απόγευμα]], σε Δημ. πρβλ. [[δείλη]].
|lsmtext='''ὀψία:''' Ιων. -ίη (ενν. [[ὥρα]]), το ύστερο [[τμήμα]] της ημέρας, το [[απόγευμα]], σε αντίθ. προς το [[ὄρθρος]], που [[συχνά]] επίσης συνάπτεται με το [[δείλη]]· [[δείλη]] ἦν ὀψίη, σε Ηρόδ.· <i>περὶ δείλην ὀψίαν</i>, σε Θουκ.· <i>δείλης ὀψίας</i>, [[αργά]] το [[απόγευμα]], σε Δημ. πρβλ. [[δείλη]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὀψία:''' ἡ (sc. [[ὥρα]]) поздний час, вечер NT.
}}
}}