3,274,873
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πᾰλαίχθων:''' -ονος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει μείνει [[πολύ]] σε μια [[χώρα]], [[παλιός]] [[κάτοικος]], [[αυτόχθονας]], σε Αισχύλ., Ανθ. | |lsmtext='''πᾰλαίχθων:''' -ονος, ὁ, ἡ, αυτός που έχει μείνει [[πολύ]] σε μια [[χώρα]], [[παλιός]] [[κάτοικος]], [[αυτόχθονας]], σε Αισχύλ., Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πᾰλαίχθων:''' ονος adj. исстари обитающий в стране ([[Ἄρης]] Aesch.; Ἀθηναίων [[δῆμος]] Aeschin.). | |||
}} | }} |