Anonymous

παραπλήξ: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παραπλήξ:''' -ῆγος, ὁ, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που πλήττεται στα πλάγια, <i>ἠϊόνες παράπληγοι</i>, τμήματα στεριάς πάνω στα οποία σκάνε τα κύματα με [[δύναμη]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ., [[παράπληκτος]], [[παράφρων]], σε Ηρόδ., Αριστοφ.
|lsmtext='''παραπλήξ:''' -ῆγος, ὁ, ἡ,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που πλήττεται στα πλάγια, <i>ἠϊόνες παράπληγοι</i>, τμήματα στεριάς πάνω στα οποία σκάνε τα κύματα με [[δύναμη]], σε Ομήρ. Οδ.<br /><b class="num">II.</b> μεταφ., [[παράπληκτος]], [[παράφρων]], σε Ηρόδ., Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''παραπλήξ:''' ῆγος adj.<br /><b class="num">1)</b> подмываемый или подмытый волнами (ἠϊόνες Hom.);<br /><b class="num">2)</b> (тж. π. τὴν διάνοιοιν Plut.) пораженный безумием, помешанный (π. καὶ [[ἔκφρων]] Dem.).
}}
}}