3,274,216
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''παραβοηθέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[έρχομαι]] να βοηθήσω κάποιον, <i>τινί</i>, σε Θουκ.· απόλ., [[έρχομαι]] προς [[διάσωση]] ή [[σωτηρία]], σε Αριστοφ., Θουκ. | |lsmtext='''παραβοηθέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[έρχομαι]] να βοηθήσω κάποιον, <i>τινί</i>, σε Θουκ.· απόλ., [[έρχομαι]] προς [[διάσωση]] ή [[σωτηρία]], σε Αριστοφ., Θουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''παραβοηθέω:''' <b class="num">1)</b> приходить на помощь (τινι Thuc., Plut. и πρός τινα Polyb.);<br /><b class="num">2)</b> оказывать взаимную помощь Plat. | |||
}} | }} |