Anonymous

πεδίον: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πεδίον:''' τό ([[πέδον]]), [[πεδιάδα]] ή [[κάμπος]], και περιληπτικά, πεδινή, ανοιχτή [[χώρα]], σε Όμηρ., Ησίοδ. κ.λπ.
|lsmtext='''πεδίον:''' τό ([[πέδον]]), [[πεδιάδα]] ή [[κάμπος]], και περιληπτικά, πεδινή, ανοιχτή [[χώρα]], σε Όμηρ., Ησίοδ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''πεδίον:''' τό<b class="num">1)</b> равнина (π. Αἰσώπου Aesch.; τὸ Τροίας π. и τὰ Τροίας πεδία Soph.): πόντου πεδία Eur. морская гладь, море;<br /><b class="num">2)</b> поле, нива (πεδία [[λωτεῦντα]] Hom.).
}}
}}