3,277,060
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πεδίον:''' τό ([[πέδον]]), [[πεδιάδα]] ή [[κάμπος]], και περιληπτικά, πεδινή, ανοιχτή [[χώρα]], σε Όμηρ., Ησίοδ. κ.λπ. | |lsmtext='''πεδίον:''' τό ([[πέδον]]), [[πεδιάδα]] ή [[κάμπος]], και περιληπτικά, πεδινή, ανοιχτή [[χώρα]], σε Όμηρ., Ησίοδ. κ.λπ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πεδίον:''' τό<b class="num">1)</b> равнина (π. Αἰσώπου Aesch.; τὸ Τροίας π. и τὰ Τροίας πεδία Soph.): πόντου πεδία Eur. морская гладь, море;<br /><b class="num">2)</b> поле, нива (πεδία [[λωτεῦντα]] Hom.). | |||
}} | }} |