Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Πειθώ: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Πειθώ:''' γεν. <i>-όος</i>, συνηρ. -οῦς, <i>ἡ</i>,<br /><b class="num">I.</b> η [[Πειθώ]] ως [[θεότητα]], Λατ. [[Suada]], Suadela, σε Ησίοδ., Ηρόδ., Τραγ.<br /><b class="num">II. 1.</b> ως προσηγορικό, η [[δύναμη]] της Πειθούς, πειστική [[ευγλωττία]], [[πειστικότητα]], σε Αισχύλ., Πλάτ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> ενδόμυχη [[πεποίθηση]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">3.</b> μέσα πειθούς, [[παρότρυνση]], επιχειρηματολογία, σε Ευρ., Αριστοφ.<br /><b class="num">4.</b> [[υπακοή]], σε Ξεν.
|lsmtext='''Πειθώ:''' γεν. <i>-όος</i>, συνηρ. -οῦς, <i>ἡ</i>,<br /><b class="num">I.</b> η [[Πειθώ]] ως [[θεότητα]], Λατ. [[Suada]], Suadela, σε Ησίοδ., Ηρόδ., Τραγ.<br /><b class="num">II. 1.</b> ως προσηγορικό, η [[δύναμη]] της Πειθούς, πειστική [[ευγλωττία]], [[πειστικότητα]], σε Αισχύλ., Πλάτ. κ.λπ.<br /><b class="num">2.</b> ενδόμυχη [[πεποίθηση]], σε Αισχύλ.<br /><b class="num">3.</b> μέσα πειθούς, [[παρότρυνση]], επιχειρηματολογία, σε Ευρ., Αριστοφ.<br /><b class="num">4.</b> [[υπακοή]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''Πειθώ:''' οῦς ἡ Пито<br /><b class="num">1)</b> дочь Океана и Тефии Hes.;<br /><b class="num">2)</b> дочь Афродиты, богиня убеждения и красноречия Her., Trag., Plut.
}}
}}