Anonymous

περιβολή: Difference between revisions

From LSJ
3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''περιβολή:''' ἡ ([[περιβάλλω]]),·<br /><b class="num">I.</b> οτιδήποτε περιβάλλει, [[περίβλημα]], [[περιβολή]], σε Πλάτ.· [[χειρῶν]] περιβολαί, εναγκαλισμοί, σε Ευρ.· ομοίως <i>περιβολαί</i> μόνο, σε Ξεν.· <i>περιβολαὶ χθονός</i>, δηλ. ο [[τάφος]], σε Ευρ.· <i>περιβολὴ</i> (<i>ξίφεος</i>), [[θήκη]], στον ίδ.· απόλ. λέγεται για τα τείχη γύρω από την πόλη, <i>ἑπτάπυργοι περιβολαί</i>, στον ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[χώρος]] που περιφράζεται, [[περιφέρεια]], [[επικράτεια]], οἰκίης [[μεγάλης]] [[περιβολή]], [[σπίτι]] με [[μεγάλη]] [[έκταση]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[περιφέρεια]], [[περίμετρος]], σε Θουκ.· <i>π. ποιεῖσθαι</i>, κάνω κυκλική [[διαδρομή]], σε Ξεν. ΙΙI. μεταφ.,<br /><b class="num">1.</b> [[αγώνας]], [[προσπάθεια]], <i>τῆς ἀρχῆς</i>, Λατ. [[affectatio]] imperii, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἡ περιβολὴ τοῦ λόγου</i>, όλη η [[έκταση]] της υπόθεσης, το [[μήκος]] και [[μάκρος]] αυτής, σε Ισοκρ.
|lsmtext='''περιβολή:''' ἡ ([[περιβάλλω]]),·<br /><b class="num">I.</b> οτιδήποτε περιβάλλει, [[περίβλημα]], [[περιβολή]], σε Πλάτ.· [[χειρῶν]] περιβολαί, εναγκαλισμοί, σε Ευρ.· ομοίως <i>περιβολαί</i> μόνο, σε Ξεν.· <i>περιβολαὶ χθονός</i>, δηλ. ο [[τάφος]], σε Ευρ.· <i>περιβολὴ</i> (<i>ξίφεος</i>), [[θήκη]], στον ίδ.· απόλ. λέγεται για τα τείχη γύρω από την πόλη, <i>ἑπτάπυργοι περιβολαί</i>, στον ίδ.<br /><b class="num">II. 1.</b> [[χώρος]] που περιφράζεται, [[περιφέρεια]], [[επικράτεια]], οἰκίης [[μεγάλης]] [[περιβολή]], [[σπίτι]] με [[μεγάλη]] [[έκταση]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[περιφέρεια]], [[περίμετρος]], σε Θουκ.· <i>π. ποιεῖσθαι</i>, κάνω κυκλική [[διαδρομή]], σε Ξεν. ΙΙI. μεταφ.,<br /><b class="num">1.</b> [[αγώνας]], [[προσπάθεια]], <i>τῆς ἀρχῆς</i>, Λατ. [[affectatio]] imperii, στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> <i>ἡ περιβολὴ τοῦ λόγου</i>, όλη η [[έκταση]] της υπόθεσης, το [[μήκος]] και [[μάκρος]] αυτής, σε Ισοκρ.
}}
{{elru
|elrutext='''περιβολή:''' ἡ<b class="num">1)</b> одежда, одеяние Plut.: π. καὶ [[ὑποβολή]] Plat. одежда и постельные принадлежности;<br /><b class="num">2)</b> объятье ([[χειρῶν]] περιβολαί Eur.);<br /><b class="num">3)</b> оболочка, покров: π. τοῦ ξίφεος Eur. ножны меча; περιβολαὶ χθονός Eur. могила; περιβολαὶ σφραγισμάτων Eur. печати (на послании); περιβολαὶ σκηνωμάτων Eur. шатры;<br /><b class="num">4)</b> (кольцевая) стена, ограда (ἑπτάπυργοι περιβολαί Eur.);<br /><b class="num">5)</b> очертание, контур, форма (τοῦ χωρίου Thuc.);<br /><b class="num">6)</b> размеры: οἰκίης [[μεγάλης]] π. Her. обширный дом;<br /><b class="num">7)</b> объем, круг вопросов, совокупность (τοῦ λόγου Isocr.; τῶν πραγμάτων Polyb.);<br /><b class="num">8)</b> воен. окружение, обход, охват (τὴν περιβολὴν ποιεῖσθαι Xen.);<br /><b class="num">9)</b> изгиб, излучина, поворот (sc. τῆς ὁδοῦ Plut.);<br /><b class="num">10)</b> рит. словесная форма, слог, стиль.
}}
}}