Anonymous

προμήθεια: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προμήθεια:''' Δωρ. -μάθεια, Ιων. [[προμηθίη]], σε Αττ. ποιητές [[προμηθία]]· ([[προμηθής]])· [[πρόβλεψη]], [[πρόνοια]], σε Ηρόδ., Ευρ. κ.λπ.· <i>ἐν προμηθίῃ ἔχειν τινά</i>, έχω σε [[μεγάλη]] [[υπόληψη]], σε Ηρόδ.· <i>προμηθίαν ἔχειν τινός</i>, σε Ευρ., Πλάτ.
|lsmtext='''προμήθεια:''' Δωρ. -μάθεια, Ιων. [[προμηθίη]], σε Αττ. ποιητές [[προμηθία]]· ([[προμηθής]])· [[πρόβλεψη]], [[πρόνοια]], σε Ηρόδ., Ευρ. κ.λπ.· <i>ἐν προμηθίῃ ἔχειν τινά</i>, έχω σε [[μεγάλη]] [[υπόληψη]], σε Ηρόδ.· <i>προμηθίαν ἔχειν τινός</i>, σε Ευρ., Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''προμήθεια:''' дор. [[προμάθεια]] (μᾱ), ион. [[προμηθίη]] ἡ<br /><b class="num">1)</b> предусмотрительность, предвидение, прозорливость Pind., Aesch., Her., Plut.: πολλὴν χρὴ προμήθειαν ποιεῖσθαι, μὴ οὐκ [[ὀρθῶς]] [[εἴπῃς]] Plat. нужно много осмотрительности, чтобы не сказать неправильного;<br /><b class="num">2)</b> попечение, забота (προμηθίαν или προμήθειαν ἔχειν τινός Eur., Plat. и [[ὑπέρ]] τινος Plat.);<br /><b class="num">3)</b> уважение, почтение (ἐν [[πολλῇ]] προμηθίῃ ἔχειν τινά Her.).
}}
}}