3,276,901
edits
(6) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''προλοχίζω:''' μέλ. Αττ. <i>-ιῶ</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[στήνω]] [[ενέδρα]] εκ των προτέρων — Παθ., <i>αἱ προλελοχισμέναι ἐνέδραι</i>, οι ενέδρες που έχουν τοποθετηθεί από [[πριν]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> [[περικλείω]] με ενέδρες, στον ίδ. | |lsmtext='''προλοχίζω:''' μέλ. Αττ. <i>-ιῶ</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[στήνω]] [[ενέδρα]] εκ των προτέρων — Παθ., <i>αἱ προλελοχισμέναι ἐνέδραι</i>, οι ενέδρες που έχουν τοποθετηθεί από [[πριν]], σε Θουκ.<br /><b class="num">II.</b> [[περικλείω]] με ενέδρες, στον ίδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''προλοχίζω:''' <b class="num">1)</b> заранее занимать засадами (τὰ περὶ τὴν πόλιν ἐνέδραις Thuc.; τὴν ὁδόν Plut.);<br /><b class="num">2)</b> (о засаде) заранее устраивать (αἱ προλελοχισμέναι ἐνέδραι Thuc.). | |||
}} | }} |