Anonymous

προστατήριος: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προστᾰτήριος:''' -α, -ον,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που στέκεται [[μπροστά]] σε κάποιον, [[δεῖμα]] προστατήριον καρδίας, [[φόβος]] που αιωρείται στην [[καρδιά]] μου ή την κυριεύει, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που στέκεται [[μπροστά]], [[προστατευτικός]], στον ίδ., Σοφ.
|lsmtext='''προστᾰτήριος:''' -α, -ον,<br /><b class="num">I.</b> αυτός που στέκεται [[μπροστά]] σε κάποιον, [[δεῖμα]] προστατήριον καρδίας, [[φόβος]] που αιωρείται στην [[καρδιά]] μου ή την κυριεύει, σε Αισχύλ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που στέκεται [[μπροστά]], [[προστατευτικός]], στον ίδ., Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''προστᾰτήριος:''' <b class="num">1)</b> досл. стоящий напротив, осаждающий, перен. щемящий ([[δεῖμα]] προστατήριον καρδίας Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> стоящий впереди, охраняющий ([[Ἄρτεμις]] Aesch.).
}}
}}