Anonymous

προσμανθάνω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προσμανθάνω:''' μέλ. <i>-μᾰθήσομαι</i>, αόρ. βʹ <i>-έμᾰθον</i>· [[μαθαίνω]] [[επιπλέον]], σε Αισχύλ., Αριστοφ.
|lsmtext='''προσμανθάνω:''' μέλ. <i>-μᾰθήσομαι</i>, αόρ. βʹ <i>-έμᾰθον</i>· [[μαθαίνω]] [[επιπλέον]], σε Αισχύλ., Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''προσμανθάνω:''' (aor. 2 προσέμᾰθον) сверх того узнавать (τὰ λοιπά Aesch.; τι Arph.).
}}
}}