Anonymous

προτιμωρέω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''προτῑμωρέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[βοηθώ]] κάποιον [[προτού]], <i>τινί</i>, σε Θουκ. — Μέσ., εκδικούμαι, [[τιμωρώ]] εκ των προτέρων, στον ίδ.
|lsmtext='''προτῑμωρέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[βοηθώ]] κάποιον [[προτού]], <i>τινί</i>, σε Θουκ. — Μέσ., εκδικούμαι, [[τιμωρώ]] εκ των προτέρων, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''προτῑμωρέω:''' <b class="num">1)</b> раньше помогать (τινι Thuc.);<br /><b class="num">2)</b> med. раньше мстить: [[πρότερον]] προτιμωρήσεσθαί τινα Thuc. сначала отомстить кому-л.
}}
}}