Anonymous

σαύνιον: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σαύνιον:''' ή σαυνίον, τό, [[ακόντιο]] αγώνων, σε Μένανδρ., Στράβ. (Ξένη [[λέξη]]).
|lsmtext='''σαύνιον:''' ή σαυνίον, τό, [[ακόντιο]] αγώνων, σε Μένανδρ., Στράβ. (Ξένη [[λέξη]]).
}}
{{elru
|elrutext='''σαύνιον:''' и σαυνίον τό метательное копье, дротик (у ряда негреческих народов) Men., Diod.
}}
}}