Anonymous

σιτηρός: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σῑτηρός:''' -ά, -όν, αυτός που παρασκευάζεται από [[σιτηρά]], δημητριακός, <i>μέτρασιτηρά</i>, [[μέτρα]] ([[σταθμά]]) για το [[ζύγισμα]] των σιτηρών, σε Αριστ.
|lsmtext='''σῑτηρός:''' -ά, -όν, αυτός που παρασκευάζεται από [[σιτηρά]], δημητριακός, <i>μέτρασιτηρά</i>, [[μέτρα]] ([[σταθμά]]) για το [[ζύγισμα]] των σιτηρών, σε Αριστ.
}}
{{elru
|elrutext='''σῑτηρός:''' хлебный, предназначенный для хлеба в зерне (μέτρα Arst.).
}}
}}