Anonymous

σαρκίον: Difference between revisions

From LSJ
4
(6_22)
(4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σαρκίον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[σάρξ]], [[τεμάχιον]] σαρκός, Ἱππ. Ἀφ. 1252, κ. ἀλλ., Δίφιλ. ἐν «Ἀπλήστῳ» 1. 2, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 11, 8, κ. ἀλλ.
|lstext='''σαρκίον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[σάρξ]], [[τεμάχιον]] σαρκός, Ἱππ. Ἀφ. 1252, κ. ἀλλ., Δίφιλ. ἐν «Ἀπλήστῳ» 1. 2, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 2. 11, 8, κ. ἀλλ.
}}
{{elru
|elrutext='''σαρκίον:''' τό кусочек мяса Arst.
}}
}}