3,277,206
edits
(6) |
(4) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σπονδεῖος:''' -α, -ον, αυτός που χρησιμοποιείται κατά τη [[σπονδή]]· [[σπονδεῖος]] (ενν. [[πούς]]), <i>ὁ</i>, λέγεται στη [[μετρική]], [[σπονδείος]], [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[δύο]] μακρές συλλαβές· το κατάλληλο μέτρο για τις αργές μελωδίες που ερμηνεύονταν κατά τις σπονδές, συνθήκες (<i>σπονδαί</i>). | |lsmtext='''σπονδεῖος:''' -α, -ον, αυτός που χρησιμοποιείται κατά τη [[σπονδή]]· [[σπονδεῖος]] (ενν. [[πούς]]), <i>ὁ</i>, λέγεται στη [[μετρική]], [[σπονδείος]], [[μετρικός]] [[πόδας]] που αποτελείται από [[δύο]] μακρές συλλαβές· το κατάλληλο μέτρο για τις αργές μελωδίες που ερμηνεύονταν κατά τις σπονδές, συνθήκες (<i>σπονδαί</i>). | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σπονδεῖος:''' ὁ (sc. [[πούς]]) [[σπονδή]] спондей (стопа из двух долгих слогов: ‒‒, наиболее характерная для песнопений при жертвенных возлияниях) Plut. | |||
}} | }} |