Anonymous

σιδηρεύς: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σῐδηρεύς:''' -έως, ὁ, αυτός που κατεργάζεται τον σίδηρο, [[σιδηρουργός]], [[σιδεράς]], σε Ξεν.
|lsmtext='''σῐδηρεύς:''' -έως, ὁ, αυτός που κατεργάζεται τον σίδηρο, [[σιδηρουργός]], [[σιδεράς]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''σῐδηρεύς:''' έως ὁ кузнец Xen.
}}
}}