3,274,913
edits
(6) |
(4) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συγγενικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> [[σύμφυτος]], [[έμφυτος]], [[κληρονομικός]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε εξ αίματος συγγενείς, συγγενικὴ [[φιλία]], [[μεταξύ]] εξ αίματος συγγενών, σε Αριστ.· επίρρ. -[[κῶς]], σαν συγγενείς, σε Δημ. | |lsmtext='''συγγενικός:''' -ή, -όν,<br /><b class="num">I.</b> [[σύμφυτος]], [[έμφυτος]], [[κληρονομικός]], σε Πλούτ.<br /><b class="num">II.</b> αυτός που ανήκει ή αρμόζει σε εξ αίματος συγγενείς, συγγενικὴ [[φιλία]], [[μεταξύ]] εξ αίματος συγγενών, σε Αριστ.· επίρρ. -[[κῶς]], σαν συγγενείς, σε Δημ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συγγενικός:''' <b class="num">1)</b> врожденный, прирожденный ([[νόσημα]] Plut.); присущий от рождения ([[τρίχες]] Arst.);<br /><b class="num">2)</b> родственный (εἴδη πρὸς ἄλληλα συγγενικά Arst.): ἡ [[φιλία]] συγγενικὴ καὶ ἡ [[ἑταιρική]] Arst. дружба между родственниками и дружба между товарищами;<br /><b class="num">3)</b> сходный, однородный, близкий (ἡ [[μορφή]] Arst.). | |||
}} | }} |