Anonymous

συμπαρακαλέω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συμπαρακᾰλέω:''' μέλ. <i>-έσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[προσκαλώ]] ή [[παραινώ]] μαζί ή συγχρόνως, σε Ξεν., Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> ζητώ συγχρόνως, τι ἀπό τινος, σε Ξεν.
|lsmtext='''συμπαρακᾰλέω:''' μέλ. <i>-έσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[προσκαλώ]] ή [[παραινώ]] μαζί ή συγχρόνως, σε Ξεν., Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> ζητώ συγχρόνως, τι ἀπό τινος, σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''συμπαρακᾰλέω:''' <b class="num">1)</b> призывать, приглашать (ἐπὶ ξυμμαχίαν Plat.; εἰς τὴν θήραν Xen.): σ. ἀπὸ τῶν συμμάχων πρέσβεις Xen. предложить союзникам прислать (своих) послов;<br /><b class="num">2)</b> призывать в молитвах (ἥρωας σ. οἰκήτορας Xen.);<br /><b class="num">3)</b> совместно убеждать, увещевать (τινα Polyb., Plut.);<br /><b class="num">4)</b> совместно утешать (συμπαρακληθῆναι διά τινος NT).
}}
}}