Anonymous

στιβάδιον: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στῐβάδιον:''' τό, υποκορ. του [[στιβάς]], σε Πλούτ., Λουκ.
|lsmtext='''στῐβάδιον:''' τό, υποκορ. του [[στιβάς]], σε Πλούτ., Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''στῐβάδιον:''' (ᾰ) τό [demin. к [[στιβάς]] подстилка (из соломы, травы или листьев) Plut., Luc.
}}
}}