Anonymous

συμπρεσβεύω: Difference between revisions

From LSJ
4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συμπρεσβεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, αποστέλλομαι ως [[πρεσβευτής]] μαζί με άλλον ή άλλους πρεσβευτές, είμαι [[πρεσβευτής]] από κοινού, [[συμπρεσβευτής]], σε Δημ., Αισχίν. — Μέσ., [[συμμετέχω]] στην [[αποστολή]] μιας πρεσβείας, σε Θουκ.
|lsmtext='''συμπρεσβεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>, αποστέλλομαι ως [[πρεσβευτής]] μαζί με άλλον ή άλλους πρεσβευτές, είμαι [[πρεσβευτής]] από κοινού, [[συμπρεσβευτής]], σε Δημ., Αισχίν. — Μέσ., [[συμμετέχω]] στην [[αποστολή]] μιας πρεσβείας, σε Θουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''συμπρεσβεύω:''' тж. med. быть членом посольства, участвовать в посольстве: σ. τινι Thuc., Aeschin., Dem. вместе с кем-л. отправляться с посольством.
}}
}}