3,276,932
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συνθιᾰσώτης:''' -ου, ὁ, αυτός που μετέχει σε θίασο ([[θίασος]]), σε όμιλο, σε [[συντροφιά]]· γενικά, [[φίλος]], [[σύντροφος]], σε Αριστ. | |lsmtext='''συνθιᾰσώτης:''' -ου, ὁ, αυτός που μετέχει σε θίασο ([[θίασος]]), σε όμιλο, σε [[συντροφιά]]· γενικά, [[φίλος]], [[σύντροφος]], σε Αριστ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συνθιᾰσώτης:''' ου ὁ досл. соучастник вакхических празднеств, перен. сотоварищ, спутник: [[δύο]] ξυνθιασώτα τοῦ ληρεῖν Arph. пара болтунов. | |||
}} | }} |