Anonymous

συντερμονέω: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συντερμονέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[συνορεύω]], είμαι όμορος με, [[γειτονικός]] με, <i>τινί</i>, σε Πολύβ.
|lsmtext='''συντερμονέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, [[συνορεύω]], είμαι όμορος με, [[γειτονικός]] με, <i>τινί</i>, σε Πολύβ.
}}
{{elru
|elrutext='''συντερμονέω:''' быть сопредельным, граничить (τῇ τῶν Λατίνων χώρᾳ Polyb.).
}}
}}