Anonymous

ταυρόμορφος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ταυρόμορφος:''' -ον ([[μορφή]]), αυτός που έχει [[μορφή]] ταύρου, σε Ευρ.
|lsmtext='''ταυρόμορφος:''' -ον ([[μορφή]]), αυτός που έχει [[μορφή]] ταύρου, σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''ταυρόμορφος:''' быкообразный (ὄμμοι Κηφισοῦ Eur.).
}}
}}