Anonymous

τανυήκης: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τᾰνυήκης:''' -ες ([[τανύω]], [[ἀκή]])·<br /><b class="num">I.</b> όπως το [[ταναήκης]], αυτός που έχει με [[μακριά]] [[ακίδα]] ή [[άκρη]], σε Όμηρ.<br /><b class="num">II.</b> [[μακρύς]], σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''τᾰνυήκης:''' -ες ([[τανύω]], [[ἀκή]])·<br /><b class="num">I.</b> όπως το [[ταναήκης]], αυτός που έχει με [[μακριά]] [[ακίδα]] ή [[άκρη]], σε Όμηρ.<br /><b class="num">II.</b> [[μακρύς]], σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{elru
|elrutext='''τᾰνῠήκης:''' <b class="num">1)</b> с длинным лезвием (ἄορ Hom.);<br /><b class="num">2)</b> вытянутый, протянувшийся (ὄζοι Hom.).
}}
}}