Anonymous

ταυράω: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6_1)
(4b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ταυράω''': (διάφ. γραφ. [[ταυριάω]]), ἐπὶ θηλείας βοός, ἐφίεμαι τοῦ ταύρου, «ζητῶ τὸν ταῦρον», Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 18, 12, πρβλ. [[καπράω]].
|lstext='''ταυράω''': (διάφ. γραφ. [[ταυριάω]]), ἐπὶ θηλείας βοός, ἐφίεμαι τοῦ ταύρου, «ζητῶ τὸν ταῦρον», Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 6. 18, 12, πρβλ. [[καπράω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ταυράω:''' (о коровах) находиться в периоде полового возбуждения (αἱ [[βόες]] ταυρῶσιν Arst.).
}}
}}