Anonymous

τυροφόρος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τῡροφόρος:''' -ον ([[φέρω]]), κατασκευασμένος από [[τυρί]], αυτός που φέρει [[τυρί]] πάνω του, σε Ανθ.
|lsmtext='''τῡροφόρος:''' -ον ([[φέρω]]), κατασκευασμένος από [[τυρί]], αυτός που φέρει [[τυρί]] πάνω του, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''τῡροφόρος:''' содержащий сыр, приготовленный с сыром ([[πλακοῦς]] Anth.).
}}
}}