3,274,919
edits
(42) |
(4b) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό / [[τροχαϊκός]], -ή, -όν, ΝΜΑ, και [[κατά]] τον Φρύν. τροχαιϊκός, -ή, -όν, Α [[τροχαῑος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον τροχαίο μετρικό [[πόδα]]<br /><b>2.</b> <b>(μετρ.)</b> αυτός που αποτελείται από τροχαίους (α. «τροχαϊκή [[διποδία]]» β. «τροχαϊκή [[συζυγία]]», Ερμογ.). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[τροχαϊκώς]] / <i>τροχαϊκῶς</i>, ΝΜΑ<br />σε τροχαϊκό [[μέτρο]]. | |mltxt=-ή, -ό / [[τροχαϊκός]], -ή, -όν, ΝΜΑ, και [[κατά]] τον Φρύν. τροχαιϊκός, -ή, -όν, Α [[τροχαῑος]]<br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον τροχαίο μετρικό [[πόδα]]<br /><b>2.</b> <b>(μετρ.)</b> αυτός που αποτελείται από τροχαίους (α. «τροχαϊκή [[διποδία]]» β. «τροχαϊκή [[συζυγία]]», Ερμογ.). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br />[[τροχαϊκώς]] / <i>τροχαϊκῶς</i>, ΝΜΑ<br />σε τροχαϊκό [[μέτρο]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τροχᾱϊκός:''' стих. состоящий из трохеев, трохеический. | |||
}} | }} |