Anonymous

τριγωνίζω: Difference between revisions

From LSJ
4b
(41)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΑ [[τρίγωνον]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[δίνω]] σε [[κάτι]] [[σχήμα]] τριγώνου<br /><b>2.</b> [[διαιρώ]] μια [[επιφάνεια]] σε τρίγωνα για [[καταμέτρηση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πολλαπλασιάζω]] επί [[τρία]], [[τριπλασιάζω]] («[[ταῦτα]] [[πεντάκις]] τριγωνισθέντα τὸν ἐκκείμενον ἀριθμὸν παρέσχεν;», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> έχω [[σχήμα]] παραπλήσιο με το [[σχήμα]] του τριγώνου («ἡ γὰρ δὴ Μερόη... ἐστὶ [[νῆσος]] τριγωνίζουσα», Ηλιόδ.).
|mltxt=ΝΑ [[τρίγωνον]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[δίνω]] σε [[κάτι]] [[σχήμα]] τριγώνου<br /><b>2.</b> [[διαιρώ]] μια [[επιφάνεια]] σε τρίγωνα για [[καταμέτρηση]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[πολλαπλασιάζω]] επί [[τρία]], [[τριπλασιάζω]] («[[ταῦτα]] [[πεντάκις]] τριγωνισθέντα τὸν ἐκκείμενον ἀριθμὸν παρέσχεν;», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> έχω [[σχήμα]] παραπλήσιο με το [[σχήμα]] του τριγώνου («ἡ γὰρ δὴ Μερόη... ἐστὶ [[νῆσος]] τριγωνίζουσα», Ηλιόδ.).
}}
{{elru
|elrutext='''τρῐγωνίζω:''' множить на три, утраивать: [[πεντάκις]] τριγωνισθείς Plut. пять раз утроенный.
}}
}}