Anonymous

ὑπαρκτέον: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 15: Line 15:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑπαρκτέον:''' ρημ. επίθ. του [[ὑπάρχω]], αυτό που πρέπει να αρχίσει, σε Πλάτ.
|lsmtext='''ὑπαρκτέον:''' ρημ. επίθ. του [[ὑπάρχω]], αυτό που πρέπει να αρχίσει, σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπαρκτέον:''' adj. verb. к [[ὑπάρχω]].
}}
}}