3,274,216
edits
(43) |
(4b) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που [[μετά]] από [[χρήση]] καθαρτικού είχε υπέρμετρη [[κένωση]]<br /><b>2.</b> (για ζώα και για φυτά) αυτός που εξαντλείται από την υπερβολική [[παραγωγή]] ή [[καρποφορία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. παρ. του ρ. <i>ὑπερινῶ</i>]. | |mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που [[μετά]] από [[χρήση]] καθαρτικού είχε υπέρμετρη [[κένωση]]<br /><b>2.</b> (για ζώα και για φυτά) αυτός που εξαντλείται από την υπερβολική [[παραγωγή]] ή [[καρποφορία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. παρ. του ρ. <i>ὑπερινῶ</i>]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ὑπέρινος:''' [[ἰνέω]] крайне истощенный частой кладкой яиц (ὄρνιθες Arst.) или образованием семени (φυτά Arst.). | |||
}} | }} |