Anonymous

ὑπέρινος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(43)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που [[μετά]] από [[χρήση]] καθαρτικού είχε υπέρμετρη [[κένωση]]<br /><b>2.</b> (για ζώα και για φυτά) αυτός που εξαντλείται από την υπερβολική [[παραγωγή]] ή [[καρποφορία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. παρ. του ρ. <i>ὑπερινῶ</i>].
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που [[μετά]] από [[χρήση]] καθαρτικού είχε υπέρμετρη [[κένωση]]<br /><b>2.</b> (για ζώα και για φυτά) αυτός που εξαντλείται από την υπερβολική [[παραγωγή]] ή [[καρποφορία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Υποχωρητ. παρ. του ρ. <i>ὑπερινῶ</i>].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπέρινος:''' [[ἰνέω]] крайне истощенный частой кладкой яиц (ὄρνιθες Arst.) или образованием семени (φυτά Arst.).
}}
}}