Anonymous

ὑπέρδεινος: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑπέρδεινος:''' -ον, υπερβολικά [[τρομακτικός]], [[ανησυχητικός]], σε Δημ., Λουκ.
|lsmtext='''ὑπέρδεινος:''' -ον, υπερβολικά [[τρομακτικός]], [[ανησυχητικός]], σε Δημ., Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπέρδεινος:''' чрезвычайно страшный, ужасный (τὸ [[πρᾶγμα]] Dem., Luc.).
}}
}}