Anonymous

ὑπερυψόω: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑπερυψόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i>, [[εξαίρω]], [[εκθειάζω]] κάποιον υπερβολικά, <i>τινά</i>, σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ὑπερυψόω:''' μέλ. <i>-ώσω</i>, [[εξαίρω]], [[εκθειάζω]] κάποιον υπερβολικά, <i>τινά</i>, σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπερυψόω:''' высоко возносить (τινα NT).
}}
}}