Anonymous

ὑπογλυκαίνω: Difference between revisions

From LSJ
4b
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὑπογλῠκαίνω:''' [[γλυκαίνω]] λίγο· μεταφ., [[καλοπιάνω]] και καταπραΰνω, <i>τινά</i>, σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ὑπογλῠκαίνω:''' [[γλυκαίνω]] λίγο· μεταφ., [[καλοπιάνω]] και καταπραΰνω, <i>τινά</i>, σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπογλῠκαίνω:''' услаждать, ублажать (τινὰ ῥηματίοις μαγειρικοῖς Arph.).
}}
}}